Νοένβρης
Mainly clear
19°C
 

Τέλος εποχής: Θαμώνες μπαρ δεν ενθουσιάστηκαν με το σπρώξιμο κρεμαστών λαμπών

Το ότι οι καιροί έχουν για πάντα αλλάξει διαπίστωσε με τον πιο άσχημο τρόπο ο Βασίλης Κ., ιδιοκτήτης μπαρ του κέντρου της Αθήνας, ο οποίος είναι παράλληλα και ο μπάρμαν του μαγαζιού, όταν για πρώτη φορά το κέφι στο μαγαζί του δεν απογειώθηκε όταν έσπρωξε ρυθμικά τις τρεις λάμπες που κρέμονται πάνω από το μπαρ.

Αντίθετα από τις προσδοκίες του και όλα όσα ήξερε σχετικά με τα φαινόμενα δράσης-αντίδρασης, οι θαμώνες του μαγαζιού συνέχισαν την κουβέντα τους σαν να μην συνέβη τίποτα. «Αισθάνθηκα σαν να άφησα ένα τούβλο να πέσει, και αυτό έμεινε να αιωρείται. Ήταν σαν να ξημέρωσε από τη δύση. Ήταν σαν να έλκονται τα ομώνυμα και να χιονίζει τον Ιούνιο. Ήξερα οτι τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο μετά από αυτό» είπε ο Βασίλης Κ όταν ρωτήθηκε για την εμπειρία του από ρεπόρτερ του «Κουλουριού».

Από το 1983 μέχρι και σήμερα, το σπρώξιμο λαμπών μαζί με ένα «σπασιματικό» τραγούδι αποτελούσε την εγγύηση για το άναμμα του κεφιού, ανεξάρτητα από το είδος του μαγαζιού. Σε ένα ροκ μαγαζί το σπρώξιμο λαμπών θα έκανε σίγουρα τις αλογοουρές να λυθούν και τα κεφάλια να κουνηθούν. Σε ελληνάδικο ήταν το σύνθημα για να αρχίσουν τα σπασίματα πιάτων. Σύμφωνα με το Σύλλογο Ιδιοκτητών Μπαρ Αττικής, «οι πελάτες έχουν γίνει αρκετά πιο απαιτητικοί τα τελευταία χρόνια, κανείς όμως δεν περίμενε οτι το κόλπο με τις λάμπες θα σταματούσε να λειτουργεί».

Βλέποντας πως οι μέρες που ήταν εύκολο να ανάψει το κέφι σε ένα μπαρ έχουν πλέον περάσει ανεπιστρεπτί, ο 52χρονος Βασίλης αποφάσισε να μετακομίσει στο χωριό του πατέρα του, τη Δρακότρυπα Καρδίτσας, όπου λέει να ασχοληθεί με την μελισσοκομική και το δημοτικό τραγούδι. Το μπαρ πωλήθηκε σε νέο που διατίθεται να σπρώχνει λάμπες, να πετάει χαρτοπετσέτες στον αέρα, και να χύνει βότκα και να την ανάβει με αναπτήρα πάνω στην μπάρα πολλές φορές κάθε βράδυ.


Ο Τιτανομέγιστος Καζαμίας «Το Κουάρκ» Κουλουριού και Κουραφέλκυθρου κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από την Jemma Press.